Πετάχτηκε επάνω
ασθμαίνοντας , σαν κάτι , η κάποιος , να
του είχε πάρει τον τόσο πολύτιμο αέρα
μέσα από τα πνευμόνια του . Κοίταξε γύρω
του μέσα στο απύθμενο σκοτάδι , προσπαθώντας
να καταλάβει που είναι . Και σιγά σιγά
επανερχόταν στην πραγματικότητα ,
κατάφερε να βρει την αναπνοή του όταν
πια σιγουρεύτηκε πως ήτανε στο υπνοδωμάτιο
του σπιτιού του , στο κρεβάτι του . Στο
κρεβάτι που εδώ και χρόνια μοιραζότανε
μόνο με τον εαυτό του
Σηκώθηκε αργά
προσπαθώντας ακόμη να συνέλθει ,
προσπαθώντας να καταλάβει τι ήτανε αυτό
που τον αναστάτωσε τόσο . Όνειρο ; Μπα !
Πιο εύκολα θα το έλεγε εφιάλτη .
Σκουντουφλόντας πάνω στα έπιπλα
ζαλισμένος ακόμη πήγε μέχρι το μπάνιο
. Έριξε νερό στο πρόσωπό του να ξεπλύνει
, μαζί με τον ιδρώτα , και ότι άλλο τον
μόλυνε πριν από λίγες στιγμές . Κοίταξε
φευγαλέα τον καθρέφτη και αμέσως ,
αντανακλαστικά σχεδόν , έσβησε το φως
. Θαρρείς και ότι έβλεπε δεν του άρεσε
.
Περπάτησε ,
σταθερά τώρα πια , ως την μπαλκονόπορτα
με μια αποφασιστική κίνηση την άνοιξε
έπειτα άνοιξε το παντζούρι . Το φως των
αστεριών του χάιδεψε το πρόσωπο έκανε
δυο αργά βήματα . Δεν βιαζόταν πια ο
εφιάλτης τελείωσε . Τα αστέρια του το
είπανε , κανένας εφιάλτης δεν έχει τόσο
φως . Τα κοίταξε για λίγες στιγμές
ευχαριστώντας τα που φωτίσανε το χάος
που τον έζωσε . Και ας μη θυμότανε ακριβώς
τι ήτανε . Η αίσθηση που είχε όταν ξύπνησε
ακόμη του προκαλούσε ανατριχίλα . Έκανε
ακόμη δυο βήματα , ακούμπησε στα κάγκελα
της βεράντας , σε μικρή απόσταση τα φώτα
της πόλης , πολύχρωμο καρουζέλ . Άναψε
τσιγάρο , σκέφτηκε να κοιτάξει την ώρα
, μα το μετάνιωσε “ Τι σημασία έχει “
αναρωτήθηκε . Ότι ώρα και να'ναι το
σκηνικό δεν αλλάζει . Η επίδραση της
νικοτίνης στον εγκέφαλό του τον βοήθησε
να κάνει μια αναδρομή . Ένας αδυσώπητος
αγώνας ήτανε σε εξέλιξη μέσα του , ένας
αγώνας ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι
, ανάμεσα στα πάντα και το τίποτα .
Πλησίαζε η μέρα που έπρεπε να πάρει
αποφάσεις , αποφάσεις που θα επιρέαζανε
άμεσα πολλούς ανθρώπους . Ανθρώπους που
χωρίς να τον γνωρίζουνε καν , εξαρτώταν
από αυτόν . Αυτός όμως τους ήξερε . Ήξερε
τα πάντα για όλους , είχε περάσει μέρες
ατέλειωτες μελετώντας φακέλους ,
ελπίζοντας έτσι , με αυτά που θα διαβάσει
, να γίνει η απόφαση που του ανατέθηκε
πιο εύκολη . Μάταια . Κανείς τους δεν
άξιζε την μοίρα που τους περίμενε .
Όσο και να
'έψαχνε δεν μπορούσε να βρει άλλη “
πόρτα “ στο πρόβλημα , η μάλλον στο
δίλημμά του . Δεν υπήρχε μέση οδός . Η
λύση ήτανε “ Άσπρο
– Μαύρο “ φως η σκοτάδι . Στεκότανε
ακόμη στο ίδιο σημείο , θαρρείς και η
εσωτερική του διαμάχη δεν του άφηνε
δύναμη ούτε καν να κουνηθεί . Άναψε
δεύτερο τσιγάρο , το πρόσωπό του σφιγμένο
, ανέκφραστο .
Στο βάθος ο ήλιος ξεκινούσε το ταξίδι
του , έμεινε να κοιτά το μεγαλείο του
φωτός που νικά το σκοτάδι , ένοιωσε πως
ακόμη και όταν ο ήλιος δύει , δεν νικιέτε
, απλώς παραχωρεί τη θέση του για λίγο
.
Το πρόσωπό του φωτίστηκε από ένα πλατύ
χαμόγελο . Η μάχη μέσα του είχε λήξει .
Η απόφαση πάρθηκε . Δεν θέλησε να παρατήνει
αυτόν τον τιτάνιο αγώνα μέσα του , αυτό
τον αγώνα που του είχε στερίσει τον ύπνο
αρκετές μέρες . Μη μπορώντας , η μάλλον
, μη θέλωντας να κάνει αλλιώς , άφησε το
σκοτάδι να χαθεί , το φως να νικήσει .
Για πρώτη φορά δεν τον ενδιέφερε ποιες
θα είναι οι συνέπειες για τον ίδιο ,
αποφάσισε να πράξει σύμφωνα με το
συνείδησή του , σύμφωνα με το φως που
στοίχειωνε τον ύπνο του .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου