Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Βράδυ Σαββάτου







Είναι βράδυ Σαββάτου σε ένα μικρό προσεγμένο μπαράκι με χαμηλωμένο φωτισμό και παλιά ροκ μουσική σε ένταση που να επιτρέπει και κουβέντα .
Οι δύο φίλοι μόλις έχουνε έρθει κάθονται και περιμένουνε να έρθει ο μαγαζάτορας για παραγγελία
-Έχει δουλίτσα απόψε το μαγαζί !
-Ναι δουλίτσα και παρουσίες ! Λέει ο άλλος και κλείνει το μάτι .
Χαμογελάνε και οι δύο και φτάνει και ο ιδιοκτήτης – σερβιτόρος .
-Καλώς τους καλά είσαστε ;
-Για σου μαγαζί ! Όλα καλά εσύ ;
-Επ τι ήτανε αυτό . Μετά από τόσο καιρό είμαι πλέον σκέτο Βασίλης ούτε “ μαγαζί ” ούτε “ αφεντικό ” .
-Καλά σου λέει ο άνθρωπος ρε Ηρακλή , αρπάζει ο άλλος την ευκαιρία . . .
-Ε ψιτ μικρέ , φρόνημα γιατί θα σε βάλω τιμωρία ! Απαντά με σοβαροφάνεια ο Ηρακλής .
-Α ! έχουμε κεφάκια βλέπω , κάνει ο Βασίλης .
-Μπα ! Κάνει ο Θρασύβουλος . Τάχα πειραγμένος .
-Ζέσταμα κάνουμε Βασίλη , έτσι να μην ξεχνιόμαστε .
Γέλια !
-Λοιπόν από ένα κρασάκι κόκκινο .
-Αμέσως . Λέει ο Βασίλης και τραβιέται προς τον πάγκο του να ετοιμάσει την παραγγελία .
-Λοιπόν εντάξει , άκυρο η τιμωρία , αφού σε επιρέαζει τόσο , είσαι ελεύθερος να μιλήσεις . Κάνει ο Ηρακλής βλέποντας το φίλο του σκεφτικό .
Εκείνος τον κοιτά χαμογελώντας .
-Βάλε όσες τιμωρίες θες ρε , πόσες θα βάλεις 10 ; 20 ; Είμαι υπεράνω δε “ μασάω ”.
-Να μασάς γιατί είσαι μεγάλος άνθρωπος και θα πνιγείς , απαντά χαμογελώντας ο Ηρακλής .
-Πφφφφ!
-Σιγά μη ζορίζεσαι θα σκάσεις .
Παραπονεμένο ύφος .
Εκείνη τη στιγμή έρχεται και ο Βασίλης με τα ποτά .
-Κύριε πρόεδρε διαμαρτύρομαι , του λέει ο Θρασύβουλος με ύφος .
Ο Βασίλης γελά , Τι του έκανες ρε του ανθρώπου ;
-Τον φουσκώνω για να ξεφουσκώνει , απαντά ο Ηρακλής με ύφος ψευτοπονηρό .
Ο Βασίλης αφήνει τα ποτά και φεύγει .
-Είμαι αρκετά φουσκωμένος από μόνος μου . Λέει ο Θρασύβουλος και σοβαρεύει .
-Το κατάλαβα , για λέγε !

Εν τω μεταξύ το μαγαζί άρχισε σιγά σιγά να γεμίζει , και καθώς όλοι λίγο πολύ ήτανε γνωστοί χαιρετίοτανε και πέρνανε τις θέσεις τους που λίγο πολύ ήτανε οι ίδιες κάθε φορά που ερχότανε . Ο Βασίλης ανέβασε τους ρυθμούς του , έπαιρνε την παραγγελία πάντα με ένα καλό λόγο , την εκτελούσε και εκεί κάπου ανάμεσα άλλαζε και cd στην κονσόλα . Το μαγαζί είχε πλέον πάρει την κλασική Σαββατιάτικη εικόνα του . Οι δυο φίλοι ήπιανε μια γουλιά από το ποτό τους και χαζέψανε διακριτικά τον κόσμο

-Προέκυψε ένα θέμα με την Καλλιόπη . Σπάει Ο Θρασύβουλος τη σιωπή
-Πάλι ;
-Ε ναι λέει πως δεν περνάμε αρκετό χρόνο μαζί , πως θέλει να το επισημοποιήσουμε , πως δεν αισθάνεται ασφαλής κλπ κλπ .
-Α! και εσύ τι λες ; Ρωτά ο Ηρακλής με ύφος !
-Ξέρω και γω ρε συ ;
-Και ποιος ξέρει ; ο γείτονας ; Η μπας και νομίζεις ότι ξέρω εγώ ;
-Ε πως , φίλος είσαι πρέπει να ξέρεις . Κάνει ο Θρασύβουλος και χαμογελά αυτάρεσκα .

Εκείνη τη στιγμή πλησιάζει μια κοπέλα και στέκεται δίπλα στον Ηρακλή

-Γεια σου Ηρακλή , τι κάνεις ;
Πίνει μια γουλιά , σαν να θέλει να αναβάλει το χαιρετισμό ! Και μετά της λέει :
-Καλά είμαι Μαρία εσύ ;
-Καλά και εγώ , έρχεσαι συχνά εδώ ;
-Ε ναι είναι το στέκι μας .
-Α ωραία , Εγώ ήρθα με τη φίλη μου την Μυρτώ . ( και δείχνει τη φίλη της που καθότανε σε ένα τρπεζάκι πιο πέρα ) .
-Από δω ο Θρασύβουλος , φίλος . Κάνει ο Ηρακλής διακόπτωντάς την επίτηδες
-Χαίρω πολύ ! Μαρία
-Ναι το άκουσα και εγώ χαίρω . . . Κάνει ο Θρασύβουλος και της προτήνει το χέρι
-Παιδιά χάρηκα , να σας αφήσω τώρα να πήτε τα δικά σας , άφησα και την Μυρτώ μόνη . Λοιπόν τα λέμε !
Η Μαρία απομακρύνετε και οι δυο φίλοι τη χαζεύουνε !
-Τι είναι αυτή ρε ; Κάνει ο Θρασύβουλος και τον κοιτά με ύφος απορημένο
-Σιγά , σκούπισε τα σάλια σου .
-Τι ,πως ,που ,πότε ; Απαιτώ ενημέρωση .
-Γνωστή από τη δουλειά . Κάνει ο Ηρακλής αδιάφορα
-Τι γνωστή ρε ημίθεε αυτή σε κατάπιε με τα μάτια της .
-Ναι καλά , λοιπόν μην υπεκφεύγεις , στο θέμα μας .
-Υπό την προϋπόθεση ότι θα μου πεις και εσύ .
-Ναι ναι καλά , μετά . Λοιπόν τι θέλει η Καλλιόπη ; Κάνει με ύφος επιτακτικό
-Την πιάσανε οι ανασφάλειες , δουλεύω λέει πολύ , την παραμελώ .
-Τι παραμελείς ρε , καλά είναι ηλίθια , εσύ έγινες σπιτόγατος , παράτησες τη μάνα σου μόνη για να πας να μήνεις με αυτή και έχει και παράπονο ; Αγριέυει ο Ηρακλής και καθώς μιλά σπθίζει τον αέρα με τα χέρια του
-Ε ρε φίλε γυναίκες .
-Τι θα πει γυναίκες ; Και τον κοιτά με ύφος διαπεραστικό
-Ισως να έχει και δίκιο . Έκανε ο Θρασύβουλος διστακτικά .
-Όπα , κάτι τρέχει εδώ , για λέγε ;
Χτυπά το τηλέφωνο του Θρασύβουλου !
-Μισό , τηλέφωνο , επιστρέφω !

Ο Ηρακλής εκμεταλλεύτηκε μικρή αυτή παύση για να πάει μια γύρα να χαιρετήσει κάτι γνωστούς και να χαζέψει στο δρόμο τους περαστικούς από τη βιτρίνα του μαγαζιού , έβλεπε όμως και τον φίλο του που χειρονομούσε απ'έξω καθώς μιλούσε στο τηλέφωνο . Η βραδιά ήτανε ανοιξιάτικη γλυκιά , πολύς κόσμος έκανε βόλτα , την απολάμβανε . Ζευγαράκια πιασμένα χέρι χέρι , μοναχικές κοπέλες με σκυλάκια φοιτητοπαρέες να συζητάνε έντονα , όλα αυτά δημιουργούσανε ένα υπέροχο μωσαϊκό

-Που ταξιδεύεις ; Ακούστηκε μια φωνή από πίσω , ήτανε ο Θρασύβουλος
-Α! τι έγινε τελείωσε η μπαταρία και είπες να μπεις μέσα ; Απαντά ο άλλος με στόμφο
-Όχι μπαταρία έχει ακόμη
-Παράξενο
-Που έχει μπαταρία ; Ρωτά ο Θρασύβουλος και σηκώνει το ένα του φρύδι
-Όχι έξυπνε που μπήκες μέσα . Να σου πω τώρα γιατί μπερδεύτηκα . Ποιος δουλεύει ποιον ;
-Μάλλον δουλευόμαστε !
-Ωραία λοιπόν , αρκετά με τη δουλειά , διαλειμμα τώρα . Που είχαμε μείνει ; Λέει με ύφος επιτακτικό ο Ηρακλής κλείνοντας το “ παράθυρο ” που θα μπορούσε να αλλάξει ρότα στην κουβέντα τους
-Ε να . . .
-Εκτός και δεν θες , γιατί σε βλέπω ζορίζεσαι . Τον διακόπτει συνεχίζοντας να τον πιέζει
-Σκέφτομαι !
-Σιγά θα κάψεις . . . τσιπακι !
-Να ρε συ δεν νοιώθω πλέον τόσο άνετα μαζί της . Κάνει ο Θρασύβουλος απολογητικά και παίζει με τα τσιγάρα του
-Γιατί ; Τι άλλαξε ;
-Δεν ξέρω . . .
-Α καλά να ρωτήσουμε το γείτονα . Ειρωνεύεται ο Ηρακλής , και πίνει και λίγο κρασί , με ύφος .
-Μη κοροϊδεύεις ρε !
-Εγώ κοροϊδεύω ; Να σου πω , την κουβέντιασες ;
-Τι να της πω ; Και αποστρέφει το βλέμμα .
-Ότι και σε μένα ; Τον κοιτά με ύφος ερωτηματικό
-Ξέρεις πολλές να συζητιούντε ;
-Ξέρω ! ( σιγά μην ξέρω ) σκέφτετε μόνος ο Ηρακλής !
-Τέλος πάντων . Προσπάθησα κάνα δυο φορές αλλά αλλάζει κουβέντα .
-Έκανες κάτι που να την πείραξε και προσπαθεί έτσι να σου το πει ; Ξαναρωτά ο Ηρακλής πιο ήρεμα αυτή τη φορά , σφίγγοντας όμως τον κλοιο γύρω απο το φίλο του .
-Δεν θυμάμαι να έκανα τίποτε .
-Στο “ δια ταύτα ” ;
-Ε ! και εκεί έχουμε προστριβές .
-Γιατί ρε άνθρωπε ; Ξεσπά ο Ηρακλής και ανοίγει τα χέρια του διαπλάτα σε ένδηξη αγανάκτησης !
-Δε ξέρω , δε μπορώ να καταλάβω δε νοιώθω το ίδιο άνετα μαζί της , το καταλαβαίνει αλλά δεν κάνει και κάτι να το αλλάξει , ίσως έχει πλέον πάψει και να με ενδιαφέρει όπως τότε στην αρχή .
-Δηλαδή κάνετε τις μοναξιές σας παρέα . Καλά και τόση ώρα που ήσαστε μαζί τι λέτε ;
-Αμ δε λέμε . Απολογήτε σχεδόν ο Θρασύβουλος
-Μήπως να χωρίσετε ;
-Και να είμαι πάλι μόνος ;
-Γιατί τώρα τι είσαι ;
-Ε πφφφ
-Άντε πάλι . Λέει ο Ηρακλής και χαμογελά με ύφος νικητή
-Καλά τώρα λοιπόν τα δικά σου . Τον αιφνιδιάζει ο Θρασύβουλος
-Ποια δικά μου ; Κάνει εμφανώς ξαφνιασμένος ο άλλος
-Το κορίτσι που σε έτρωγε με τα μάτια
-Ε γνωστή είναι από τη δουλειά . Λέει αδιάφορα αφου πιει λίγο κρασί πρώτα
-Μόνο γνωστή ;
-Ναι ρε έξυπνε μόνο γνωστή !
-Α και μήπως να γίνει και . . . λέι με πονηρό χαμόγελο ο Θρασύβουλος που τώρα περνα στην επίθεση
-Μπα . . .
-Γιατί ;
-Γιατί έτσι κάνουνε όλες στην αρχή και μετά. . .
-Και που ξέρεις ; τις γνώρισες όλες ; Τον κοιτά με βλέμμα διαπεραστικό
-Βλέπω εσάς ! Κάνει ο Ηρακλής και γυρνά αλλού τη ματιά του
-Ναι αλλά εμείς περάσαμε και καλά , και ακόμη και αν τελειώσουμε εδώ έχουμε κάτι να θυμόμαστε
ενώ εσύ ; Με τις αναστολές σου δεν θα σου μείνει τίποτε , και πίστεψέ με χάνεις
-Λες ε ;
-Δε λέω απλά , είμαι σίγουρος ! Δηλαδή επειδή γνώρισες μια πριν τόσα χρόνια και έγινε ότι έγινε πρέπει ντε και καλά όλες να είναι σαν και εκείνη ; η πρέπει να ζεις μόνιμα με την ανάμνησή της . Γιατί από όσο ξέρω δεν ξέρεις καν που είναι .
-Ναι καλά ξέρεις . . . Και δείχνει να αναρωτιέτε
-Λοιπόν ; Συνεχίζει την πίεση ο Θρασύβουλος
-Μμμ λες ε;
-Κάτι άλλο δεν έχεις να πεις ;
-Να πω όχι , να κάνω όμως . . . Βάσιλη . . .
-Παρών , ήρθανε και τα πρώτα σφηνάκια , άντε υγεία
-Υγεία . Λοιπόν τώρα φέρνεις δυο σε εμάς και πας και εκεί στα κορίτσια από ένα ότι πίνουνε
-Τι έχουμε ; Ρωτάει με χαμόγελο πονηρό ο Βασίλης .
-Τίποτα ακόμη , λέμε όμως να αποκτήσουμε . Κάνει ο Ηρακλής και τον κοιτά με χαμόγελο όλο νόημα
-Έτσι έτσι , τέτοια να ακούω . . . . λέει ο Βασίλης από απομακρύνετε , ξανά βιαστικός , να εκτελέσει την παραγγελία και προσέχει με την άκρη του ματιού του το κορίτσι που πριν χαιρέτησε τον Ηρακλή τώρα να τον κοιτά επίμονα , ενώ εκείνος μιλά με το Θρασύβουλο και δεν την προσέχει .
Η παραγγελία ετοιμάζετε “ πάραυτα “ , όπως αρέσει στο Βασίλη να λέει , και πηγαίνει , παρέα με ένα πλατύ χαμόγελο , στο τραπέζι των κοριτσιών
-Κορίτσια αυτά είναι από τα παιδιά εκεί . Λέει ο Βασίλης χαμογελώντας και δείχνει τους δυο φίλους .Και αυτά είναι από το μαγαζί . Συνεχίζει και προσγειώνει μπροστά τους τα σφηνάκια .
Τα κορίτσια τον κοιτούνε για λίγο αμήχανα . Προφανώς δεν το περιμένανε . Αλλά γρήγορα ένα χαμόγελο φέρνει την ισορροπία .
-Ευχαριστούμε πολύ κύριε . . .
-Βασίλης , χωρίς τίτλους . Σκέτο Βασίλης .
-Ευχαριστούμε πολύ λοιπόν Βασίλη . Ξαναλέει η Μαρία που μπήκε πρώτη στο νόημα
-Να 'στε καλά , άντε γεια μας τώρα . Και σηκώνει το δικό του σφηνάκι και το κατεβάζει μονορούφι
Τα κορίτσια τον μιμούνται , μαζεύει τα ποτήρια και φεύγει . Η Μαρία σηκώνετε και πηγαίνει προς το τραπέζι των δυο φίλων
-Λοιπόν κύριοι στην υγειά σας . Λέει χαμογελώντας με ένα τόνο επίσημο , Και για να ανταποδώσουμε την ευγένεια σας καλούμε στο τραπέζι μας . Τους κοιτά έναν έναν με ένα βλέμμα που δεν σηκώνει αντίρρηση και επιστρέφει στο τραπέζι της .
-Τι κάνουμε τώρα ρε ; Λέει ο Θρασύβουλος αμήχανα
-Σαν τι θες να κάνουμε ; Δικιά σου ιδέα ήτανε , άντε πάμε . Λέει ο Ηρακλής πιότερο θυμωμένος παρά χαρούμενος με αυτή την απρόσμενη εξέλιξη . Όχι γιατί δεν του άρεσε , αλλά γιατί ένοιωσε και ο ίδιος αρκετά αμήχανα , γεγονός όμως που δεν τον εμπόδισε να κάνει αυτό που ίσως να ήθελε εξαρχής , να πάει δηλαδή να κάτσει με την Μαρία .

Σηκωθήκανε και πήγανε και καθίσανε παρέα για ώρα πολύ . Ο Βασίλης , άγρυπνος φρουρός , μέσα από τον πάγκο του χαμογέλασε ικανοποιημένος . Και η νύχτα κύλισε γλυκά πάνω σε κουβέντες , γέλια , μουσικές και τα κίτρινα φώτα να φωτίζουνε τα άλλοτε γοργά άλλοτε νυσταγμένα βήματα των περαστικών στο πλακώστροτο .

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου