Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Η απόφαση


Πετάχτηκε επάνω ασθμαίνοντας , σαν κάτι , η κάποιος , να του είχε πάρει τον τόσο πολύτιμο αέρα μέσα από τα πνευμόνια του . Κοίταξε γύρω του μέσα στο απύθμενο σκοτάδι , προσπαθώντας να καταλάβει που είναι . Και σιγά σιγά επανερχόταν στην πραγματικότητα , κατάφερε να βρει την αναπνοή του όταν πια σιγουρεύτηκε πως ήτανε στο υπνοδωμάτιο του σπιτιού του , στο κρεβάτι του . Στο κρεβάτι που εδώ και χρόνια μοιραζότανε μόνο με τον εαυτό του
Σηκώθηκε αργά προσπαθώντας ακόμη να συνέλθει , προσπαθώντας να καταλάβει τι ήτανε αυτό που τον αναστάτωσε τόσο . Όνειρο ; Μπα ! Πιο εύκολα θα το έλεγε εφιάλτη . Σκουντουφλόντας πάνω στα έπιπλα ζαλισμένος ακόμη πήγε μέχρι το μπάνιο . Έριξε νερό στο πρόσωπό του να ξεπλύνει , μαζί με τον ιδρώτα , και ότι άλλο τον μόλυνε πριν από λίγες στιγμές . Κοίταξε φευγαλέα τον καθρέφτη και αμέσως , αντανακλαστικά σχεδόν , έσβησε το φως . Θαρρείς και ότι έβλεπε δεν του άρεσε .
Περπάτησε , σταθερά τώρα πια , ως την μπαλκονόπορτα με μια αποφασιστική κίνηση την άνοιξε έπειτα άνοιξε το παντζούρι . Το φως των αστεριών του χάιδεψε το πρόσωπο έκανε δυο αργά βήματα . Δεν βιαζόταν πια ο εφιάλτης τελείωσε . Τα αστέρια του το είπανε , κανένας εφιάλτης δεν έχει τόσο φως . Τα κοίταξε για λίγες στιγμές ευχαριστώντας τα που φωτίσανε το χάος που τον έζωσε . Και ας μη θυμότανε ακριβώς τι ήτανε . Η αίσθηση που είχε όταν ξύπνησε ακόμη του προκαλούσε ανατριχίλα . Έκανε ακόμη δυο βήματα , ακούμπησε στα κάγκελα της βεράντας , σε μικρή απόσταση τα φώτα της πόλης , πολύχρωμο καρουζέλ . Άναψε τσιγάρο , σκέφτηκε να κοιτάξει την ώρα , μα το μετάνιωσε “ Τι σημασία έχει “ αναρωτήθηκε . Ότι ώρα και να'ναι το σκηνικό δεν αλλάζει . Η επίδραση της νικοτίνης στον εγκέφαλό του τον βοήθησε να κάνει μια αναδρομή . Ένας αδυσώπητος αγώνας ήτανε σε εξέλιξη μέσα του , ένας αγώνας ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι , ανάμεσα στα πάντα και το τίποτα . Πλησίαζε η μέρα που έπρεπε να πάρει αποφάσεις , αποφάσεις που θα επιρέαζανε άμεσα πολλούς ανθρώπους . Ανθρώπους που χωρίς να τον γνωρίζουνε καν , εξαρτώταν από αυτόν . Αυτός όμως τους ήξερε . Ήξερε τα πάντα για όλους , είχε περάσει μέρες ατέλειωτες μελετώντας φακέλους , ελπίζοντας έτσι , με αυτά που θα διαβάσει , να γίνει η απόφαση που του ανατέθηκε πιο εύκολη . Μάταια . Κανείς τους δεν άξιζε την μοίρα που τους περίμενε .
Όσο και να 'έψαχνε δεν μπορούσε να βρει άλλη “ πόρτα “ στο πρόβλημα , η μάλλον στο δίλημμά του . Δεν υπήρχε μέση οδός . Η λύση ήτανε “ Άσπρο – Μαύρο “ φως η σκοτάδι . Στεκότανε ακόμη στο ίδιο σημείο , θαρρείς και η εσωτερική του διαμάχη δεν του άφηνε δύναμη ούτε καν να κουνηθεί . Άναψε δεύτερο τσιγάρο , το πρόσωπό του σφιγμένο , ανέκφραστο .
Στο βάθος ο ήλιος ξεκινούσε το ταξίδι του , έμεινε να κοιτά το μεγαλείο του φωτός που νικά το σκοτάδι , ένοιωσε πως ακόμη και όταν ο ήλιος δύει , δεν νικιέτε , απλώς παραχωρεί τη θέση του για λίγο .
Το πρόσωπό του φωτίστηκε από ένα πλατύ χαμόγελο . Η μάχη μέσα του είχε λήξει . Η απόφαση πάρθηκε . Δεν θέλησε να παρατήνει αυτόν τον τιτάνιο αγώνα μέσα του , αυτό τον αγώνα που του είχε στερίσει τον ύπνο αρκετές μέρες . Μη μπορώντας , η μάλλον , μη θέλωντας να κάνει αλλιώς , άφησε το σκοτάδι να χαθεί , το φως να νικήσει . Για πρώτη φορά δεν τον ενδιέφερε ποιες θα είναι οι συνέπειες για τον ίδιο , αποφάσισε να πράξει σύμφωνα με το συνείδησή του , σύμφωνα με το φως που στοίχειωνε τον ύπνο του .

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου